Ένας γεράκος και το σκυλί του έκαναν την βόλτα τους, απολαμβάνοντας το τοπίο, όταν ξαφνικά συνειδητοποίησε πως είχαν πεθάνει.
Αναρωτήθηκε που να τους οδηγούσε ο δρόμος που πήγαιναν και συνέχισαν να περπατούν. Μετά από λίγο συνάντησαν ένα ψηλό λευκό μαρμάρινο τοίχο κατά μήκος του δρόμου, που κατέληγε σε μία αψίδα λουσμένη από το φως του ήλιου. Όταν έφτασε μπροστά στην αψίδα, είδε μια υπέροχη πύλη φτιαγμένη από μαργαριτάρια και ο δρόμος που οδηγούσε σ΄αυτήν ήταν από καθαρό χρυσάφι!
Ο γεράκος ήταν πανευτυχής που τελικά έφτασε στον παράδεισο και μαζί με τον σκύλο του προχώρησαν προς την πύλη.
Καθώς έφτασε κοντά, είδε ένα θυρωρό να κάθεται πίσω από ένα πανέμορφο σκαλιστό γραφείο.
Τον πλησίασε και ρώτησε: "Με συγχωρείτε, εδώ είναι ο παράδεισος;"
"Ναι, κύριε, εδώ είναι ο παράδεισος" του απάντησε.
Η χαρά του γεράκου ήταν πολύ μεγάλη!
"Μήπως θα μπορούσα να έχω λίγο νερό;" ρώτησε ο γεράκος
"Φυσικά, κύριε. Ελάτε μέσα και θα σας δώσω αμέσως ένα ποτήρι δροσερό νερό" και ξεκίνησε ο θυρωρός να ανοίγει την πύλη.
"Υποθέτω πως μπορεί να έρθει και ο φίλος μου" είπε ο γεράκος δείχνοντας τον σκύλο του.
Αλλά η απάντηση του θυρωρού ήταν "Λυπάμαι κύριε, αλλά δεν δεχόμαστε κατοικίδια ζώα"
Ο γεράκος στάθηκε σκεφτικός και αφού ευχαρίστησε τον θυρωρό, γύρισε πίσω στο δρόμο και συνέχισε στην κατεύθυνση που πήγαιναν πριν.
Αφού περπάτησαν αρκετά, έφθασαν στην κορυφή ενός λόφου και βρήκαν ένα δύσβατο μονοπάτι που οδηγούσε σε μια φάρμα.
Δεν υπήρχε φράχτης και η πόρτα της φάρμας ήταν ανοιχτή γεμάτη χόρτα τριγύρω σαν να μην είχε κλείσει ποτέ.
Πλησίασε και είδε έναν κύριο μέσα στην φάρμα να κάθεται στη σκιά ενός δέντρου διαβάζοντας ένα βιβλίο.
"Συγγνώμη" του φώναξε ο γεράκος "Μήπως έχετε λίγο νερό να μου δώσετε;"
"Ναι, βέβαια, υπάρχει ένα πηγάδι εκεί" απάντησε ο κύριος και του έδειξε ένα μέρος που δεν φαινόταν από την έξω μεριά της πόρτας.
"Ελάτε μέσα, σαν στο σπίτι σας!"
"...και ο φιλαράκος μου από δω;" δείχνοντάς του τον σκύλο.
"Είναι ευπρόσδεκτος και αυτός, υπάρχει και μία κούπα δίπλα στο πηγάδι"
Πέρασαν, λοιπόν, την πόρτα ο γεράκος με τον σκύλο του και κατευθύνθηκαν προς το πηγάδι, όπου όντως υπήρχε μία κούπα δίπλα του, στο έδαφος. Tην γέμισε νερό για το φιλαράκι του και μετά ήπιε και ο ίδιος αρκετό.
Όταν και οι δύο ξεδίψασαν πήγαν κοντά στον κύριο που τους περίμενε κάτω από το δέντρο
και ρώτησε ο γεράκος "Πως λέγεται αυτό το μέρος;"
"Εδώ είναι ο παράδεισος" απάντησε ο κύριος.
Ο γεράκος λίγο μπερδεμένος από την όλη κατάσταση απαντάει
"Μα, εδώ σίγουρα δε μοιάζει με παράδεισο και συναντήσαμε ακόμα ένα μέρος που ο θυρωρός μας είπε πως εκεί είναι ο παράδεισος!"
"Α! Εννοείτε τον χρυσαφένιο δρόμο με την μαργαριταρένια πύλη;"
"Ναι! Ήταν πανέμορφη!"
"Αυτή είναι η κόλαση"
"...και δεν σας ενοχλεί που χρησιμοποιούν το όνομα του παραδείσου;"
"Όχι, καταλαβαίνω την έκπληξή σας, αλλά στην πραγματικότητα μας γλιτώνει πολύ χρόνο.Με αυτόν τον τρόπο βλέπουμε ποιοι άνθρωποι είναι πρόθυμοι να αφήσουν τους καλύτερους φίλους τους πίσω."